Στα χρόνια του ευσεβούς βασιλέως Ιουστίνου (518-527) στην Αξώμη της Αιθιοπίας βασιλεύει ο πιστός και ενάρετος Ελεσβαάν. Στη γειτονική όμως χώρα της ευδαίμονος Αραβίας (βασίλειο Σαβά, σημερινή Υεμένη) την εξουσία την κρατά τυραννικά ο αιμοδιψής Δου-Νοουάς. Ο πονηρός αυτός βασιλιάς κατόρθωσε να συγκεντρώσει πλήθος στρατού. Και με τη δύναμη των όπλων να αιφνιδιάζει τις γειτονικές χριστιανικές πόλεις, με στόχο την εξόντωση των πιστών Χριστιανών.
Μία από τις πόλεις που αρίστευσε και ανέδειξε πλήθος μαρτύρων με επικεφαλής το μεγαλομάρτυρα Αρέθα είναι η πόλη Ναζράν. Προεστώς και υπεύθυνος της πόλης αυτής είναι ο Αρέθας, ένας πολύ σεβάσμιος και ενάρετος ηλικιωμένος με μεγάλο κύρος, αποδεκτός από όλους. Συνέβη λοιπόν τις ημέρες εκείνες ο μισόχριστος βασιλιάς Δου-Νοουάς να επιτεθεί στη χριστιανική πόλη Ναζράν και απειλούσε ότι «θα σφαγιασθούν όλοι, εάν δεν αρνηθούν την πίστη τους». Οι Χριστιανοί αντιστάθηκαν γενναία, και με σύνθημα: «ούτε ένας προδότης ανάμεσά μας» ήταν όλοι έτοιμοι για το μαρτύριο.
Βλέποντας όμως αυτή την αντίσταση ο πονηρός βασιλιάς άλλαξε τακτική. Έπεισε με κολακείες τους προύχοντες της πόλης για να τους κάνει μια εθιμοτυπική επίσκεψη. Ο Δου-Νοουάς φόρεσε το προσωπείο της ευγενείας και καλοσύνης και έφτασε στη χριστιανική πόλη, εγκωμίασε τους κατοίκους της για το ήθος τους, θαύμασε τα μνημεία τους, χάρηκε πολύ μαζί τους. Και καθώς αναχωρούσε, ζήτησε ανταπόδοση. Να τον επισκεφθούν και αυτοί στο δικό του στρατόπεδο.
Οι προύχοντες τον άκουσαν. Και μαζί με τον υπεύθυνο – προεστώτα τους Αρέθα εξήλθαν από την πόλη για τη συνάντηση της ανταποδόσεως. Την ώρα όμως εκείνη ξεδιπλώθηκε το άνομο σχέδιο του πονηρού εχθρού βασιλέως. Έγιναν βίαιες συλλήψεις του Αρέθα και των προυχόντων. Οι στρατιώτες όρμησαν και λεηλάτησαν με αλλόφρονη μανία τα πάντα. Δε σεβάστηκαν ούτε τα τίμια Λείψανα του αγίου επισκόπου Παύλου, που είχε εκδημήσει πριν από δύο χρόνια. Μέσα στη μεγάλη αυτή αναταραχή ακούστηκε από παντού η ομολογία των πιστών: Είμαστε έτοιμοι με μια γνώμη «να πάθουμε δια την αγάπη του Χριστού σκληρά και πανώδυνα κολαστήρια». Οι διαταγές του βασιλιέως σκληρές. Τότε λοιπόν κάηκαν ζωντανοί συνολικά 477 ιερείς, μοναχοί και μοναχές. Μαζί με αυτούς ο συναξαριστής συμπληρώνει ότι μαρτύρησαν επιπλέον «127 λαϊκοί».
Ήρθε και η σειρά του γενναίου μάρτυρος Αρέθα μαζί με τους 340 συντρόφους του. Τον έφεραν μπροστά στο θρόνο του τυράννου. Εκεί απολογείται με παρρησία. Αισθάνεται ευτυχής, διότι αξιώνεται από το Θεό παρά τη γεροντική του ηλικία των 95 ετών να στηρίζει και να εμπνέει ένα λαό. Παρηγορεί και ενθαρρύνει τους συντρόφους του και τους λέει: «Δεν υπάρχει ενδοξότερος θάνατος από το Μαρτύριο, διότι με αυτό συμμετέχουμε στο πάθος του Χριστού και γινόμαστε κοινωνοί της δόξης του». Και όλοι μαζί με δάκρυα του απαντούν: «Έχε θάρρος, τίμιε πάτερ, είμαστε πρόθυμοι να δεχτούμε μαζί σου αυτό το μακάριο τέλος». Σκηνές μεγαλειώδεις εκτυλίσσονται. Ο τύραννος βασιλεύς δεν αντέχει άλλο.
Διατάσσει οργισμένος το σφαγιασμό τους. Τόπος μαρτυρίου θα είναι ο γειτονικός ποταμός. Εκεί οδηγήθηκαν όλοι. Εκεί προσευχήθηκαν για τελευταία φορά όλοι μαζί. Εκεί έδωσαν ο ένας προς τον άλλο τον τελευταίο τίμιο ασπασμό τους. Ασπασμό αγάπης και ειρήνης. Πρώτος θυσιάστηκε ο Αρέθας. Ακολούθησαν και οι άλλοι. Αφού προηγουμένως έχρησαν το μέτωπό τους με το αίμα του καθοδηγού Αρέθα. Τα τίμια Λείψανά τους στεφανώθηκαν με δόξα και οι λαμπρές ψυχές τους πέταξαν με συνοδεία αγγέλων στο φως του Παραδείσου.
Η σεβάσμια καθοδηγητική μορφή του μάρτυρος Αρέθα δεν έσβησε με το θάνατό του. Ο τόπος του μαρτυρίου του έγινε μαγνήτης, που είλκυσε πολλούς. Ανάμεσα σ’ αυτούς είναι και μια γυναίκα με το τριετές παιδί της που ήρθε εκεί για να χρησθεί από τις αγιασμένες σταγόνες του τιμίου αίματος… Το θέαμα αυτό ερέθισε τον τύραννο. Διατάζει να καεί ζωντανή η γυναίκα. Αλλά και το νήπιο έδωσε στον τύραννο παράδοξη για την ηλικία του ομολογία. «Θέλω – του είπε – να μαρτυρήσω με τη μητέρα μου». Και στην ερώτηση του βασιλέως τι είναι το μαρτύριο είπε: «Μαρτύριο είναι να πεθάνεις για το Χριστό, ώστε εκ νέου να ζήσεις». Και ποιός είναι ο Χριστός; «Έλα στην εκκλησία και θα σου δείξω ποιος είναι ο Χριστός», είπε στον τύραννο και έπεσε και αυτό με ορμή στη φωτιά με την πιστή μητέρα του οι οποίοι συνεορτάζουν και αυτοί με το μάρτυρα Αρέθα.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Εὐσεβεῖα ἐμπρέπων τὴ ἀθλήσει δεδόξασαι, τὴν τῶν Χριστοκτόνων κακίαν καθελῶν τὴ ἐνστάσει σου, διὸ καὶ προσενήνοχας Χριστῷ, Μαρτύρων ἀρραγῆ συνασπισμῶν, ὥσπερ θεῖος παιδοτρίβης καὶ ὁδηγός, Ἀρέθα παμμακάριστε. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ, πάσιν Ἰάματα.