Άγιος Ευμένιος επίσκοπος Γορτύνης της Κρήτης, ο θαυματουργός
Ο μακάριος Ευμένιος κατήγετο από την Κρήτη. Από την νεανική του ηλικία αφιερώθηκε με πολλή επιμέλεια στα έργα της ασκήσεως, τα οποία συνεδύαζε με άκρα ταπείνωση. Το πρόσωπό του ήταν πάντοτε λουσμένο στα δάκρυα. Ποτέ δεν κατέκρινε κανένα ούτε δέχθηκε να ακούσει άλλον να καταλαλεί. Έφθασε σε τέτοιο ύψος αρετής, ώστε οι χριστιανοί της Γορτύνης τον πίεσαν να γίνει επίσκοπός τους. Με πολλή σύνεση ποίμανε το ποίμνιό του, αξιώθηκε δε να λάβει από τον Θεό και την δύναμη να επιτελεί θαύματα. Όταν μετέβη στην Ρώμη, σαν πυρσός την κατεφώτισε με τις θείες διδασκαλίες του και στερέωσε τους πιστούς με τα πολλά του θαύματα.Λόγω της αρετής του και του ασκητικού του πνεύματος, ο Θεός τον αξίωσε δίνοντάς του τη χάρη και τη δύναμη να θαυματουργεί. Κατά την παράδοση, με αναμμένες λαμπάδες κατέκαυσε έναν δράκοντα που όρμησε εναντίον του.
Ποθώντας περισσότερη σκληραγωγία και άσκηση πήγε στη Θηβαΐδα της Άνω Αιγύπτου, κοντά στους μεγάλους ασκητές, όπου διέλυσε με την προσευχή του την ξηρασία που επικρατούσε. Ενώ βρισκόταν εκεί, εξεδήμησε προς Κύριον σε βαθύ γήρας και οι Θηβαίοι απέστειλαν το ιερό του σκήνωμα στην πατρίδα του Γόρτυνα. Οι πιστοί τον ενεταφίασαν στην τοποθεσία Ράξος, όπου βρισκόταν και το σεπτό λείψανο του προκατόχου του, αγίου Κυρίλλου (βλ. 14 Ιουν.).
Φαίνεται ότι ο άγιος Ευμένιος έζησε πριν από το 732, όταν η Κρήτη εκκλησιαστικώς εξηρτάτο από την Ρώμη και, ακριβέστερα, μεταξύ 667 και 680· διότι η ακολουθία που συνέθεσε ο Άγιος Ιωσήφ ο Υμνογράφος αναφέρει ότι ο άγιος συμφιλίωσε στην Κωνσταντινούπολη τους συναυτοκράτορες Κωνσταντίνο Δ΄ Πωγωνάτο, Ηράκλειο και Τιβέριο.
Ο όσιος Ευμένιος, το εκλεκτό αυτό τέκνο της Κρητικής γης, «ευτύχησε», μετά το οσιακό τέλος του, να βρει τον αντάξιο υμνωδό του στο πρόσωπο του αγίου Ιωσήφ του υμνογράφου (9ος αι.). Κι εννοούμε βεβαίως ότι μάλλον εμείς οι πιστοί ευτυχήσαμε να έχουμε τη ζωή του «τραγουδισμένη» από τον μεγάλο αυτό εκκλησιαστικό ποιητή, ο οποίος μας άφησε πλήθος κανόνων και ακολουθιών, διότι ο όσιος Ευμένιος χαίρει και αγάλλεται εκεί που βρίσκεται, μέσα στη χάρη του Κυρίου, χωρίς να επηρεάζεται η χαρά του αυτή από το μεγαλύτερο ή μικρότερο ύψος των συντεθειμένων ακολουθιών γι’ αυτόν. Έτσι κι αλλιώς πάντως ο ποιητής απαρχής επικαλείται τον Κύριο να του δώσει τη χάρη Του, προκειμένου αυτά που θα πει για τον όσιο Ευμένιο να είναι αντάξια της αγιότητάς του: «Σπλαχνίσου, Κύριε, εμένα τον δούλο σου… ώστε με ύμνους να σε δοξάζω αδιάκοπα, όπως και να στέψω με ωδές τον πιστό σου δούλο σήμερα, τον πρόεδρο της Γορτύνης». Κι έχουμε την εντύπωση ότι αν ζούσε και σήμερα ο άγιος Ιωσήφ, θα προέκτεινε τον εγκωμιαστικό για τον όσιο Ευμένιο λόγο του και στα ομώνυμα με αυτόν «εκτυπώματά» του, τους αγίους Γέροντες, όσιο Ευμένιο του Νοσοκομείου των Λοιμωδών Νόσων Αττικής και Ευμένιο των Ρούστικων Ρεθύμνου Κρήτης. Η λυγερόκορμη και λεβεντογέννα και αγιοτόκος Κρήτη πρέπει σήμερα να ριγά από συγκίνηση για το σπουδαίο τέκνο της, τον όσιο Ευμένιο, αλλά και για τις αγιασμένες «προεκτάσεις» του, τους συγχρόνους αγίους Ευμενίους.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ταχὺν προμηθέα σέ, καὶ ἀρωγὸν εὐμενῆ, κεκτήμεθα Ὅσιε ὡς τοῦ Χριστοῦ μιμητήν, Εὐμένιε ἔνδοξε, σὺ γὰρ ἀναβλυστάνων, συμπαθείας τὰ ρεῖθρα, βρύεις τὴ Ἐκκλησία, Ἰαμάτων πελάγη. Ἀλλὰ καὶ τοὶς τιμώσι σέ, σκέπη γενήθητι.