Ένα μεγάλο και θαυμαστό παράδειγμα της δυνάμεως που έχει η επιμονή στην προσευχή και στην ικεσία, μας παρουσιάζει το σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα. Μία μητέρα με μεγάλο βάρος στην ψυχή της, πλησιάζει τον Κύριο κατά την περιοδεία Του στις περιοχές της Τύρου και της Σιδώνος. Μία Χαναναία, ειδωλολάτρισσα, η οποία όμως έχει ακούσει για την δράση του Χριστού, για τα εξαίσια θαύματά Του, για την φιλανθρωπία που δείχνει σε κάθε άνθρωπο που έχει ανάγκη. Τον πλησιάζει και αρχίζει με μεγάλη φωνή να Τον παρακαλεί και να Τον ικετεύει να την λυπηθεί. «Ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυΐδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται». Σε παρακαλώ Κύριε, βοήθησε με, η κόρη μου ταλαιπωρείται από την επήρεια ενός δαιμονίου. Φωνάζει και παρακαλεί. Ο Κύριος όμως φαίνεται ασυγκίνητος. Συνεχίζει την πορεία Του, χωρίς να διακόψει, χωρίς να δώσει σημασία στην ικεσία της γυναίκας, χωρίς να ενοχληθεί από τις φωνές της. Τον πλησιάζουν τότε οι μαθητές Του και τον παρακαλούν να ακούσει την ικεσία της και να θεραπεύσει την κόρη της, προκειμένου να σταματήσει και η ίδια να φωνάζει. Και ο Χριστός απαντά με μία διαφορετική απάντηση από αυτήν που θα περίμεναν οι Απόστολοι αλλά και η ίδια η γυναίκα. «Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ». Η αποστολή που έχω λάβει από τον Πατέρα μου αφορά μόνο τα πρόβατα, μόνο τους ανθρώπους που είναι από το γένος του Ισραήλ και έχουν παραστρατήσει. Ήρθα για να ευεργετήσω μόνο τους Ισραηλίτες, και αυτή η γυναικά είναι ειδωλολάτρισσα. Σκληρή η απάντηση του Χριστού, δίνει όμως θάρρος και εφαλτήρια δύναμη στην γυναίκα, η οποία Τον πλησιάζει και Τον παρακαλεί θερμότερα «Κύριε, βοήθει μοι». Βοήθησε με Κύριε, σε παρακαλώ, είσαι η μόνη μου ελπίδα. Και ο Κύριος; Ο Κύριος φαίνεται ακόμα ασυγκίνητος και της απαντά «οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις», δεν είναι σωστό πράγμα κάποιος να πάρει το ψωμί από τα παιδιά του και να το ρίξει στα σκυλάκια. Οι Ιουδαίοι με την πίστη τους στον αληθινό Θεό, λογίζονται ως παιδιά του Θεού, ενώ εσάς τους ειδωλολάτρες σας θεωρούν ως τίποτα, σαν σκυλάκια. Να πάρω δηλαδή την αγάπη και την ευεργεσία από τους Ιουδαίους και να την δώσω σε εσένα; Δεν φαίνεται σωστό.
Τότε η γυναίκα εκείνη, γεμάτη από πόνο και ταπείνωση απαντά στον Κύριο «ναί, Κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψυχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν». Όντως Κύριε, σε σύγκριση με το γένος των Ιουδαίων είμαι ένα σκυλάκι, ένα τίποτα. Ακόμα όμως και αυτά τα ζωντανά έχουν την δυνατότητα να τραφούν από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους. Το ίδιο κι εγώ, δεν ζητώ τίποτε παραπάνω από ένα μικρό ψίχουλο της ευεργεσίας που δείχνεις στους Ιουδαίους. Δεν ζητώ να έλθεις στο σπίτι μου, όπως έκανες με την κόρη του Ιαείρου, ούτε να απλώσεις το χέρι Σου επάνω μου και να με θεραπεύσεις όπως έκανες με την συγκύπτουσα, αλλά μόνο να πείς ένα λόγο, ένα λόγο προστακτικό, γεμάτο θεία δύναμη που θα χαρίσει στην κόρη μου και σε εμένα την σωτηρία. Καί «ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης». Και τότε ο Κύριος αποκρίθηκε με θαυμασμό, αποκρίθηκε με όλη την ευσπλαχνία Του που έκρυβε σε όλο τον διάλογο, προκειμένου να φανεί η πίστη και η επιμονή της γυναίκας. Ας γίνει, της λέει, αυτό που εσύ θέλεις, και με τόση πίστη και επιμονή ζητάς. Και θεραπεύθηκε η κόρη της από εκείνη την ώρα.
Πίστη και επιμονή στην προσευχή, χρειαζόμαστε αγαπητοί μου Χριστιανοί, να έχουμε και εμείς στην ζωή μας. Να μην τα παρατάμε όταν δεν λαμβάνουμε απάντηση στην προσευχή μας. Να μην απογοητευόμαστε. Να επιμένουμε. Να χτυπάμε την θύρα του θείου ελέους συνέχεια με ακράδαντη πίστη στον παντοδύναμο Θεό, και με εμπιστοσύνη στο θέλημα Του. Να μιμηθούμε στην επιμονή και στην θερμή προσευχή την Χαναναία του Ευαγγελίου. Και ας είμαστε σίγουροι πως ο Κύριος θα μας καταστήσει δοχεία της Θείας Χάριτος. Αμήν.