Είπεν ο Κύριος, καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως. και ει αγαπάτε τους αγαπώντας υμάς, ποία υμίν χάρις εστί; και γαρ οι αμαρτωλοί τους αγαπώντας αυτούς αγαπώσι. και εάν αγαθοποιήτε τους αγαθοποιούντας υμάς, ποία υμίν χάρις εστί; και γαρ οι αμαρτωλοί το αυτό ποιούσι. και εάν δανείζητε παρ’ ων ελπίζετε απολαβείν, ποία υμίν χάρις εστί; και γαρ άμαρτωλοί αμαρτωλοίς δανείζουσιν ίνα απολάβωσι τα ίσα. πλην αγαπάτε τους εχθρούς υμών και αγαθοποιείτε και δανείζετε μηδέν απελπίζοντες, και έσται ο μισθός υμών πολύς, και έσεσθε υιοί υψίστου, ότι αυτός χρηστός εστιν επί τους αχαρίστους και πονηρούς. Γίνεσθε ουν οικτίρμονες, καθώς και ο πατήρ υμών οικτίρμων εστί.
Ο Απόστολος και ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρεται σε μια από τις ομιλίες που έκανε ο Κύριος στη Γαλιλαία, τη λεγόμενη «επί τόπου πεδινού ομιλία», στη διάρκεια της οποίας ο Χριστός παρέδωσε στους μαθητές του τον τέλειο νόμο της Καινής Διαθήκης, το «χρυσό κανόνα», όπως έχει ονομαστεί, της Χριστιανικής Ηθικής.
«Χρυσός κανόνας» της Χριστιανικής ηθικής είναι τα λόγια «καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως», δηλαδή, «όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να τους συμπεριφέρεστε κι εσείς».
Ονομάζονται έτσι, γιατί εμπερικλείουν όλη τη διδασκαλία του χριστιανισμού περί αγάπης, περί του τρόπου ζωής και συμπεριφοράς των ανθρώπων μεταξύ τους.
Ο Χριστός με το λόγο του αυτό φέρνει την επανάσταση μέσα στους κόλπους του Ιουδαϊκού κόσμου, στον οποίο υπάρχει η αντίληψη της εκδικήσεως και της ανταποδόσεως του κακού· «Εάν δε εξεικονισμένον η δώσει ψυχήν αντί ψυχής, οφθαλμόν αντί οφθαλμού, οδόντα αντί οδόντος, χείρα αντί χειρός, πόδα αντί ποδός» (Έξοδος 21:23-24).
Ο Χριστιανισμός όμως υπερβαίνει το μωσαϊκό νόμο και εφαρμόζει το νόμο του Θεού, το νόμο της χάριτος, σύμφωνα με τον οποίο η αγάπη του Θεού αγκαλιάζει ακόμα και τον εχθρό μας.
Ο «χρυσός κανόνας», λοιπόν, είναι το θεμέλιο της χριστιανικής ζωής, της εν Χριστώ ζωής που αποκαθιστά τη δικαιοσύνη ανάμεσα στις σχέσεις και τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Ως κέντρο αυτής της ηθικής είναι η τέλεια αγάπη, που εκπηγάζει από τον ίδιο το Θεό. Η χριστιανική αγάπη είναι προσφορά και θυσία.
Ο ίδιος ο Χριστός από αληθινή και ανιδιοτελή αγάπη για τη σωτηρία μας θυσίασε τον εαυτό του, οδηγούμενος στο Σταυρικό θάνατο.Επομένως, οτιδήποτε κάνουμε πρέπει να το κάνουμε, χωρίς να ζητούμε ανταλλάγματα.
Αποκορύφωμα αυτής της διδασκαλίας του Χριστού είναι η αγάπη προς τους εχθρούς μας: «πλην αγαπάτε τους εχθρούς υμών και αγαθοποιείτε και δανείζετε μηδέν απελπίζοντες» («πρέπει όμως να αγαπάτε τους εχθρούς σας και να τους ευεργετείτε και να τους δανείζετε, χωρίς να περιμένετε καμία ανταπόδοση από αυτούς»).
Γιατί, αν περιμένουμε να έχουμε ανταπόδοση, τότε η πράξη-ευεργεσία μας δεν έχει καμία αξία για το Θεό.
Η πραγματική αληθινή αγάπη αξίζει µόνο όταν γίνεται για το Θεό και δεν υπολογίζεται από εμάς ποιος θα είναι ο αποδέκτης της. Η εν Χριστώ αγάπη πρέπει να αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους, ακόμη και τους αμαρτωλούς, τους αχάριστους και τους εχθρούς μας.
Η πιο πάνω εντολή του Χριστού υπερβαίνει τα μέτρα της λογικής, αλλά και των ανθρωπίνων σχέσεων, καθώς η αγάπη που προτείνει ο χριστιανισμός είναι μια επανάσταση στις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους, δύσκολο και ακατόρθωτο.
Ο Κύριος μάς καλεί να φτάσουμε στην τελειότητα, να αγαπάμε και να συγχωρούμε τους εχθρούς μας.
Κάθε άνθρωπος λογικός όχι μόνο δε θα αγαπήσει τον εχθρό του, αλλά θα προσπαθήσει να αμυνθεί ή ακόμα και να του επιτεθεί, όχι να τον αγαπήσει. Ο Κύριος όμως μας καλεί να φτάσουμε στο ύψος της αγιότητας.
Οι άγιοι της Εκκλησίας μας, έτρεφαν τόση αγάπη για το συνάνθρωπό τους, ώστε μαρτύρησαν για αυτούς και αγάπησαν ακόμα και τους διώκτες τους με όλη τους την καρδιά.
Την ίδια υπέρτατη αγάπη έδειξε ο Κύριός μας, ο οποίος σταυρώθηκε για όλο τον κόσμο, ακόμη και για τους εχθρούς του, συγχωρώντας μάλιστα και αυτούς που Τον σταύρωσαν.
Αυτή η ανιδιοτελής αγάπη δεν μπορεί να αποκτηθεί από μόνη της αλλά είναι καρπός της χάριτος του Θεού και της δικής μας προσπάθειας μέσω της προσευχής.
Τότε μπορούμε να φτάσουμε στην τελειότητα, να γίνουμε δηλαδή άνθρωποι της αγάπης, όμοιοι με το Θεό· «Γίνεσθε ουν οικτίρμονες, καθώς και ο πατήρ υμών οικτίρμων εστί». Ουσιαστικά μας ζητά να μιμηθούμε το Θεός, ο οποίος είναι αγάπη.
«Ο Θεός αγάπη εστί και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» (Α΄ Ιωάν. 4, 16). (Ο Θεός είναι αγάπη· κι όποιος ζει μέσα στην αγάπη ζει μέσα στο Θεό κι ο Θεός μέσα σ’ αυτόν).
Επειδή ο Θεός είναι αγάπη δεν κάνει διακρίσεις μεταξύ των ανθρώπων, έτσι ο ήλιος ανατέλλει για τους κακούς και τους καλούς και βρέχει σε δικαίους και αδίκους· «όπως γένησθε υιοί του πατρός υμών του εν ουρανοίς, ότι τον ήλιον αυτού ανατέλλει επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους» (Ματθ. 5:45).
Ο Κύριος μας εξηγεί ότι με την εφαρμογή του «χρυσού κανόνα» θα επιβραβευθούμε, θα γίνουμε παιδιά Του: «και έσεσθε υιοί υψίστου». Με αυτό τον τρόπο μάς προσφέρει τη θέση που κατείχαμε στην ουράνιο βασιλεία του πριν την πτώση.
Εκδηλώνοντας έμπρακτα την αγάπη,χωρίς όρια και περιορισμούς, μας λέει ότι θα κερδίσουμε τον παράδεισο και αφού γίνουμε παιδιά του Θεού, δεν μπορούμε παρά να αγαπάμε όλο τον κόσμο, ακόμη και τους εχθρούς μας.
Όποιος μπορεί να αγαπά τους εχθρούς του και να τους ευεργετεί, θα αποκτήσει τη μεγαλύτερη χάρη, θα γίνει λοιπόν κατά χάριν θεός, υιός του υψίστου Θεού. Δηλαδή η αγάπη είναι ο μόνος τρόπος για να μπορέσει κανείς να έλθει σε κοινωνία με το Θεό.
Η αληθινή αγάπη, όπως μας λέει ο απόστολος Παύλος στην προς Κορινθίους επιστολή στο 13ο κεφάλαιο, «μακροθυμεί, χρηστεύεται, ου ζηλοί, ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει.
Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει» (Α΄ Κορινθ. 13:4-8).
Αυτή την πραγματική αγάπη τονίζει και ο γέροντας Γερμανός ο Σταυροβουνιώτης «η αληθινή αγάπη είναι συνυφασμένη με πνεύμα ταπείνωσης, θυσίας και προσφοράς. Αυτός, που αγαπά σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, θυσιάζει τις επιθυμίες του και την ανάπαυση του χάριν αυτού που αγαπά.
Η αγάπη, που δεν είναι σύμφωνη με το θέλημα του Θεού, συνδέεται με πνεύμα εγωϊσμού και αυτός που έχει τέτοια αγάπη, αντί να θυσιάζεται για τον άλλο, όλο ζητά να θυσιάζεται ο άλλος γι’ αυτόν».