Υπάρχουν άνθρωποι, συνήθως παλαιότεροι, που αποδίδουν στην εποχή μας όλα τα αρνητικά. Μεγαλοποιούν τις όποιες αδυναμίες των νέων και θεωρούν το παρελθόν ως τέλειο και την κοινωνία του χθες ως την ιδανική. Ασφαλώς η υπερβολική και ακραία κριτική δεν αποδίδει όλη την αλήθεια.
Είναι αναγκαίο να θυμόμαστε
τις σκληρές αντιπαλότητες για θέματα ασήμαντα
τις απορρίψεις ανθρώπων με σωματικά ή διανοητικά προβλήματα
την απουσία κοινωνικού κράτους και τις συνθήκες διαβίωσης μεγάλου αριθμού οικογενειών
την υποτίμηση των γυναικών που έκαναν παιδί εκτός γάμου
και άλλα μικρά και μεγάλα που ταλαιπωρούσαν τον κόσμο.
Όπως, βέβαια, χρειάζεται να θυμόμαστε
τις σχέσεις που αναπτύσσονταν
τη λειτουργικότητα της κοινότητας και της γειτονιάς
το ενδιαφέρον για τον πλησίον
και το μοίρασμα της ζωής των ανθρώπων.
Θέματα ουσιαστικά, που έδιωχναν τη μοναξιά και μαζί της και τα λεγόμενα ψυχολογικά προβλήματα.
Η σύγκριση του χθες με το σήμερα δε νομίζω πως μας βοηθά ουσιαστικά, παρά μόνο αν μπορούμε να ενεργοποιήσουμε τα θετικά και ν’ αποφύγουμε τ’ αρνητικά. Ωστόσο, είναι αυτονόητο ότι την αλλαγή των ανθρώπων δεν την διενεργούν οι νόμοι και οι άνωθεν διαταγές, αλλά η θέληση του καθενός που στηρίζεται στην επιθυμία να γευτεί την πραγματική ζωή. Και η πραγματική ζωή πηγάζει από τις μεταξύ μας σχέσεις, την όντως κοινωνικότητα, ως εικόνες του Τριαδικού Θεού που είναι αγάπη.
Είναι αλήθεια ότι σήμερα υπάρχει θεολογική σύγχυση, όχι με την έννοια της δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας τόσο όσο με τον τρόπο ζωής. Συγχίζεται π.χ.
η ταπείνωση με τη μειονεκτικότητα και τα κόμπλεξ κατωτερότητας
ο έρωτας ως κοινωνία προσώπων με την πορνεία
η νηστεία με τη δίαιτα
η προσευχή ως συνάντηση με το Θεό με την ανάγκη για όποια βοήθεια
ο εκκλησιασμός ως σύναξη του λαού του Θεού με την ατομική σχέση με το Θεό
και πολλά άλλα που εύκολα μπορεί κανείς να διαπιστώσει κοιτάζοντας γύρω του και κυρίως όσους πασχίζουν να γίνουν «άνθρωποι που πιστεύουν» ή «άνθρωποι της Εκκλησίας».
Μπροστά σ’ αυτή τη σύγχυση και τη διαφορετικότητα των εποχών στην αντίληψη και βίωση της ζωής, η Εκκλησία παραμένει «η Μία, Αγία Καθολική και Αποστολική», όχι ως συντηρητισμός αλλά ως πρόταση ζωής για κάθε άνθρωπο και όλες τις γενεές, γιατί μιλά στις ανάγκες του ανθρώπου, στο βαθύτερο είναι του, στην ουσία της ύπαρξής του
Την ευθύνη, ασφαλώς, για να προβάλουν αυτή την πρόταση ζωής έχουν οι κληρικοί και οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας. Όσοι, δηλαδή, κατηχούν το λαό. Όλοι, όμως, έχοντας το χάρισμα της λογικής και της διαίσθησης, μπορούμε να αντιληφθούμε τους αληθινούς διδασκάλους και τους ψευδοδιδασκάλους. Αν, δηλαδή, η διδασκαλία τους ελευθερώνει ή χειραγωγεί, θεραπεύει ή καταστέλλει μόνο τα συμπτώματα, δημιουργεί σχέση με το Χριστό ή απλά κάμνει «καλούς χριστιανούς», οδηγεί στην απόλαυση της ζωής ως δώρο Θεού κι άρα ζεις ευχαριστιακά και χαρούμενα ή τη βλέπεις ως στέρηση απολαύσεων.
Μακάρι να ζούμε την εποχή μας και την κάθε μέρα ως ευλογία κι ως προάγγελο της αιώνιας Μέρας.