Στη μορφή της Θεοτόκου συναντούμε θαυμαστά και παράδοξα: «Νενίκηνται της φύσεως οι όροι εν σοι, Παρθένε άχραντε… Η μετά τόκον Παρθένος και μετά θάνατον ζώσα». Όπως ο ήλιος ο ολόλαμπρος και πάμφωτος δύει για λίγο για ν” ανατείλει και πάλι και να σκορπίσει το φως, έτσι και η Θεοτόκος, η πηγή του αληθινού φωτός, για μικρό χρονικό διάστημα καλύπτεται από τον θάνατο, για να ακτινοβολήσει και πάλι το φως της προστασίας και της διαρκούς μεσιτείας προς τον Υιό της και Θεό της.
Οι εορτές της Εκκλησίας. αποτελούν αληθινό δώρημα. Αφορμή για να εκφράσουμε δοξολογία προς τον Άγιο Τριαδικό Θεό. Και οι θεομητορικές εορτές αποτελούν αφορμή για να φανερώσουμε την τιμή και την ευγνωμοσύνη μας προς το πρόσωπο της Υπεράγνου Θεοτόκου. Ενώνουμε τις προσευχές μας, τα προσωπικά μας αιτήματα με τη γλυκύτατη υμνολογία της λατρείας μας, μια θαυμαστή ενότητα που ως θυμίαμα εύοσμον ανεβαίνει προς τον ουρανό. Η Εκκλησία μας διδάσκει, μας παιδαγωγεί, μας χειραγωγεί εις Χριστόν.
Μας καλεί να μιμηθούμε το τιμώμενο πρόσωπο. Μας καλεί σήμερα να καθρεφτίσουμε την ψυχή μας στη μορφή της Θεοτόκου, να συγκρίνουμε και να τολμήσουμε την αυτοκριτική μας, να αφήσουμε την αγιότητα της Παναγίας να μας συνεπάρει, να μας συνεγείρει σε αγώνες πνευματικούς.
Καθώς όμως προσεγγίζουμε τη ζωή και την αρετή της Θεοτόκου Μαρίας, το πρόβλημα που προκύπτει φαίνεται αβίαστα. Πώς να χωρέσεις τον ωκεανό σε ένα κουτάλι;Πώς να μετρήσεις και να αναφέρεις όλα εκείνα τα συστατικά στοιχεία της προσωπικότητός της;
Τι να πρωτοθυμηθείς;
Να μιλήσεις για την καθαρότητα του βίου της, την αγνότητα και απλότητα του χαρακτήρα της; Στολισμένη μόνο με αρετές, η αγνή Κόρη της άσημης Ναζαρέτ προσέλκυσε σαν μαγνήτης τη χάρη του Θεού, που «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάρη». Αυτή η καθαρότητα της Κεχαριτωμένης Μαρίας την κάμει «ευλογημένη εν γυναιξί», καθώς είναι εκείνη που θα συλλάβει εκ Πνεύματος Αγίου και θα γεννήσει τον Σωτήρα του κόσμου, γενόμενη έτσι πολύτιμη βοηθός και συνεργάτης του Θεού στο προαιώνιο σχέδιο Του για τη σωτηρία των ανθρώπων, που -χάρις στην Θεοτόκο– φθάνει ο καιρός για να λάβει το σχέδιο αυτό ιστορικές συντεταγμένες. Αυτή την καθαρότητα μας προτείνει και σήμερα η Υπεραγία Θεοτόκος, στους σύγχρονους καιρούς μας, που φαίνεται να περισσεύει το σκοτάδι και η παγωνιά στον κόσμο μας. Εκείνη μας προτείνει τον παραλογισμό της τιμιότητος, την τρέλα της δικαιοσύνης και της αξιοκρατίας, την ασυμβίβαστη πορεία της χριστιανικής μας ταυτότητας σε μια εποχή που απαξιώνει την ανθρωπιά και τη σύνεση.
Να μιλήσεις για την ταπείνωσή της, η οποία την συνοδεύει εφ’ όρου ζωής; Ο Κύριος επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού. Αυτή η ταπείνωση φανερώνεται μεταξύ των άλλων και στον απόλυτα διακριτικό τρόπο με τον οποίο αποσύρεται από το προσκήνιο και στέκεται μέσα στον ευρύτερο κύκλο των μαθητών του Κυρίου, παραγγέλλοντας όχι μόνο μία φορά αλλά διαρκώς προς τους άλλους: «ό,τι αν λέγη υμίν ποιήσατε». Πόσο πρέπει να καθίσουμε στα θρανία της Εκκλησίας, να διδαχθούμε το δύσκολο μάθημα της ταπεινοφροσύνης και όχι της ταπεινοσχημίας, ιδιαίτερα εμείς οι άνθρωποι της Εκκλησίας αλλά και όλοι μας, καθώς ζούμε σε μια εποχή που αποθεώνει τον άνθρωπο, τις διαθέσεις και τις επιθυμίες του, με ένα σύστημα που υπάρχει μόνο για να ικανοποιεί όλες τις επιθυμίες του ανθρώπου, οδηγώντας μας, από μικρά παιδιά, στην αναίρεση της κοινωνίας με τον αδελφό και τη θεοποίηση του «εγώ» μας!
Να μιλήσεις για την αγάπη της στο λόγο του Θεού; Η ιερά παράδοσή μας μιλά για την αγάπη της Θεοτόκου προς τις Γραφές ως την ουράνια τροφή της ψυχή της, αποκτώντας ακόμη περισσότερη σοφία και σύνεση καθώς μελετούσε -στο ναό αλλά και στην οικία της- τα κατορθώματα των ανθρώπων της πίστεως, που αναφέρονται στις Γραφές. Όμως εμείς προσπαθούμε και βρίσκουμε χίλιες δυο δικαιολογίες ότι δεν προλαβαίνουμε να μελετήσουμε τον λόγο του Θεού, για να μπορέσουμε να διαγνώσουμε το θέλημα του Θεού στη ζωή μας, καθώς τόσες πολλές έγνοιες καλύπτουν την καθημερινότητά μας, σκοτούρες και υποχρεώσεις, ενώ τον ελεύθερο χρόνο μας κυριολεκτικά τον σκοτώνουμε αντί να τον αξιοποιούμε.
Να μιλήσεις για την απόλυτη υπακοή της στο θέλημα του Θεού, όταν -τη στιγμή του Ευαγγελισμού- δέχεται να τεθεί στην υπηρεσία του θείου σχεδίου, αδιαφορώντας για το ρίσκο που η απόφασή της αυτή μπορεί να έχει, ομολογώντας απερίφραστα «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου»; Όμως πόσες φορές εμείς, στην προσωπική μας περιπέτεια, επαναλαμβάνουμε αυτά τα λόγια, πόσο συχνά λέμε στον Θεό «γένοιτό μοι κατά το ρήμα Σου», καθώς δεν επιθυμούμε να γίνει το θέλημα του Θεού αλλά μάλλον το θέλημα το δικό μας. Ο ίδιος ο Κύριος μας δίδαξε να ζητούμε στο Πάτερ ημών: «Γεννηθήτω το θέλημά Σου», όμως στην πραγματικότητα πόσες φορές δεν θα θέλαμε όλοι μας να αλλάξουμε την Κυριακή προσευχή και να πούμε «Γεννηθήτω το θέλημά μου», γιατί δεν έχουμε δυστυχώς εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού, τόση όση και η Υπεραγία Θεοτόκος.
Να μιλήσεις για τη γενναιότητα και την καρτερία της, όταν κάτω από το Σταυρό στο Γολγοθά νιώθει την προφητεία του δικαίου Συμεών να εκπληρώνεται καθώς ρομφαία οδυνηρή διαπερνά την καρδιά της; Την ώρα αυτή, κάτω από τον Σταυρό του Υιού της και Θεού μας, αναδεικνύεται βασίλισσα του πόνου, καθώς συμμετέχει στο πάθος του Κυρίου Ιησού. Γι’ αυτό και είναι εκείνη που πρόθυμα πάντοτε τρέχει να σπογγίσει τον ιδρώτα και τα δάκρυα του πονεμένου, του θλιμένου, του δυστυχισμένου, του πενθούντος, ή εκείνου που νοιώθει τραγικά αποτυχημένος και μας διδάσκει τον τρόπο -την καρτερία, τη γενναιότητα και την προσευχή- όπου οφείλουμε και εμείς να αντιμετωπίζουμε τις θύελλες της ζωής, όσο δυνατές και αν είναι, κλυδωνίζοντας το σκάφος της ζωής μας και απειλώντας μας πολλές φορές να βυθιστούμε στα κύματα.
Τι να πρωτοθυμηθείς; Πώς να ξεχωρίσεις εκείνο ή το άλλο από τη μορφή της Θεοτόκου και να παραλείψεις τα υπόλοιπα; Όλη η προσωπικότητα της θα είναι πάντοτε για τους χριστιανούς ο δρόμος προς την αγιότητα, ο πολικός αστέρας που θα μας κατευθύνει προς τον Ζωοδότη Χριστό, ο πλέον ολοκληρωμένος τρόπος ζωής που όλοι επιθυμούμε.